Belém
Πορτογαλικά (pt) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Belém < λατινική Bethlehemum < αρχαία ελληνική Βηθλεέμ < εβραϊκή בּית לחם (bet lékhem)
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /bɨˈlɐ̃j̃/ (Πορτογαλία)
Κύριο όνομα επεξεργασία
Belém (pt)
Συγγενικά επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.