Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η -μάθεια οι -μάθειες
      γενική της -μάθειας των -μαθειών
    αιτιατική τη(ν) -μάθεια τις -μάθειες
     κλητική -μάθεια -μάθειες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

-μάθεια < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -μάθεια[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈma.θi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -μά‐θει‐α

  Επίθημα επεξεργασία

-μάθεια ουδέτερο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • -μάθειαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

ζητούμενο λήμμα