Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ἡγησίμβροτος < (ἡγέομαι) ... + ... (βροτός λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ἡγησίμβροτος αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία

  • (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)