Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἡμίδραχμον < ἡμί- + δραχμή

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ἡμίδραχμον ουδέτερο