Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ἅπτεσθε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
ἅπτεσθε
β΄ πρόσωπο πληθυντικού στην προστακτική μέσου ενεστώτος του ρήματος
ἅπτω
→
δείτε
τη λέξη
ἅπτω