Δείτε επίσης: απίθανος

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἀπίθανος < → δείτε τις λέξεις ἀ- και πιθανός

  Επίθετο επεξεργασία

ἀπίθανος -ος -ον

  1. μη πειστικός
  2. απίθανος, μη πιθανός
  3. που δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε
  4. που δεν έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του