ἀντιστατέω
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ἀντιστατέω < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα επεξεργασία
ἀντιστατέω - ἀντιστατῶ (συνηρημένο)
- ανθίσταμαι, αντιστέκομαι, εναντιώνομαι
- ※ 5ος/4oς πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Γοργίας, 513c-513d @scaife.perseus
- ὁ δήμου γὰρ ἔρως, ὦ Καλλίκλεις, ἐνὼν ἐν τῇ ψυχῇ τῇ σῇ ἀντιστατεῖ μοι· ἀλλʼ ἐὰν πολλάκις ἴσως καὶ βέλτιον ταὐτὰ ταῦτα διασκοπώμεθα, πεισθήσῃ.
- Καλλικλή, η ενυπάρχουσα εις την ψυχή σου αγάπη της δημαγωγίας ανθίσταται εις τους λόγους μου. Αλλά ίσως θα πεισθείς, εάν πολλάκις και καλύτερον τα ίδια ταύτα σκεφθώμεν και συζητήσωμεν.
- Μετάφραση: Σταύρος Τζουμελέας
- ὁ δήμου γὰρ ἔρως, ὦ Καλλίκλεις, ἐνὼν ἐν τῇ ψυχῇ τῇ σῇ ἀντιστατεῖ μοι· ἀλλʼ ἐὰν πολλάκις ἴσως καὶ βέλτιον ταὐτὰ ταῦτα διασκοπώμεθα, πεισθήσῃ.
- ※ 5ος/4oς πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Γοργίας, 513c-513d @scaife.perseus
Συγγενικά επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- ἀντιστατέω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀντιστατέω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.