Δείτε επίσης: ανατομή

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἀνατομή < ἀνατέμνω

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ἀνατομή θηλυκό