ἀμερικανόπαις
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ἀμερικανόπαις < Ἀμερικανός + παῖς
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.me.ɾi.kaˈno.pes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐με‐ρι‐κα‐νό‐παις
Ουσιαστικό επεξεργασία
ἀμερικανόπαις αρσενικό (καθαρεύουσα)
Μεταφράσεις επεξεργασία
ἀμερικανόπαις
→ δείτε τη λέξη αμερικανόπουλο |
Πηγές επεξεργασία
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .