Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χωριατοπούλα οι χωριατοπούλες
      γενική της χωριατοπούλας
    αιτιατική τη χωριατοπούλα τις χωριατοπούλες
     κλητική χωριατοπούλα χωριατοπούλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χωριατοπούλα < χωριάτης + -πουλα (< -πουλος)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χωριατοπούλα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία