χρωμογράφος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χρωμογράφος < χρώμ(α) + -ο- + -γράφος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό επεξεργασία
χρωμογράφος αρσενικό
Μεταφράσεις επεξεργασία
χρωμογράφος
|