χλώμιασμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαχλώμιασμα ουδέτερο (πιο δόκιμο στον ενικό)
- η ενέργεια και το αποτέλεσμα του χλωμιάζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία χλώμιασμα
|
χλώμιασμα ουδέτερο (πιο δόκιμο στον ενικό)
|