Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χλιδαίνομαι
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αρχαία ελληνικά
(grc)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
χλιδαίνομαι
<
χλιδή
<
χλίω
(γίνομαι χλιαρός, θερμός, μαλακώνω)
Ρήμα
επεξεργασία
χλιδαίνομαι
(αποθετικό, δόκιμο στον ενεστώτα)
ζω στην
χλιδή
,
άσωτα
,
τρυφηλά
ἁβρότητι
χλιδαίνεσθαι
(Ξενοφ.)
Συγγενικά
επεξεργασία
χλιδή