Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χερσόομαι
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
χερσόομαι
<
χέρσος
Ρήμα
επεξεργασία
χερσόομαι
-
χερσοῦμαι
με αφήνουν
ακαλλιέργητο
, άγονο, χέρσο (έδαφος)