χαριτολόγημα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χαριτολόγημα < χαριτολογώ + -μα
Ουσιαστικό επεξεργασία
χαριτολόγημα ουδέτερο
- λόγος που χαρακτηρίζεται από χαριτωμένο και ελαφρώς αστείο τόνο, που λέγεται με παιγνιώδη διάθεση
Μεταφράσεις επεξεργασία
χαριτολόγημα
|