χαρακτηρισμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χαρακτηρισμός < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή χαρακτηρισμός < χαρακτηρίζω, χαρακτηρισ- + -μός < αρχαία ελληνική χαρακτήρ < χαράσσω
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /xa.ɾa.kti.ɾiˈzmos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐ρα‐κτη‐ρι‐σμός
Ουσιαστικό επεξεργασία
χαρακτηρισμός αρσενικό
- το αποτέλεσμα και η ενέργεια του χαρακτηρίζω, η απόδοση μιας ιδιότητας
Μεταφράσεις επεξεργασία
χαρακτηρισμός
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χαρακτηρισμός < χαρακτηρίζω, χαρακτηρισ- + -μός < αρχαία ελληνική χαρακτήρ < χαράσσω
Ουσιαστικό επεξεργασία
χαρακτηρισμός αρσενικό
Πηγές επεξεργασία
- χαρακτηρισμός - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- χαρακτηρισμός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.