Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /xa.mo.ʝeˈlas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χα‐μο‐γε‐λάς

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

χαμογελάς

  1. β' ενικό οριστικής ενεστώτα του ρήματος χαμογελάω, χαμογελώ
  2. να/ας χαμογελάς: β' ενικό υποτακτικής ενεστώτα και αορίστου του ρήματος χαμογελάω, χαμογελώ
  3. θα χαμογελάς: β' ενικό στιγμιαίου και εξακολουθητικού μέλλοντα του ρήματος χαμογελάω, χαμογελώ