Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

χαμαιεύνης < χαμαί + εὐνή (το κρεβάτι)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χαμαιεύνης-ου αρσενικό και το θηλυκό χαμαιευνάς-άδος

Συγγενικά επεξεργασία