Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χαμαιεύνης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αρχαία ελληνικά
(grc)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
χαμαιεύνης
<
χαμαί
+
εὐνή
(το
κρεβάτι
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
χαμαιεύνης
-ου
αρσενικό
και το
θηλυκό
χαμαιευνάς
-άδος
που κοιμάται
καταγής
, στο
πάτωμα
, που έχει στρωσίδια στο πάτωμα
Συγγενικά
επεξεργασία
χαμεύνη
χαμεύνιον