Δείτε επίσης: χτικιό

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

χίτικο αρσενικό ή ουδέτερο

  1. αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του χίτικος
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του χίτικος