Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος πολυλεκτικού όρου επεξεργασία

φώτα αεροπλοΐας ουδέτερο συνήθως στον πληθυντικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία