Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φο μπιζού < (λόγιο δάνειο) γαλλική faux[1] bijou

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φο μπιζού ουδέτερο άκλιτο

  • κόσμημα που δεν είναι κατασκευασμένο από πολύτιμους ή ημιπολύτιμους λίθους ή από ευγενή μέταλλα, αλλά μοιάζει σαν να είναι

  Μεταφράσεις επεξεργασία