Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

υποδουλώσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος υποδουλώνω
  2. θα υποδουλώσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος υποδουλώνω