Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

υπερφουσκώνομαι, παθητική φωνή του ρήματος υπερφουσκώνω

  Ρήμα επεξεργασία

υπερφουσκώνομαι

Κλίση επεξεργασία