υδροσταγόνα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /i.ðɾo.staˈɣo.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐δρο‐στα‐γό‐να
Ουσιαστικό επεξεργασία
υδροσταγόνα θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
υδροσταγόνα
|
υδροσταγόνα θηλυκό
|