Δείτε επίσης: τόνος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο τόννος οι τόννοι
      γενική του τόννου των τόννων
    αιτιατική τον τόννο τους τόννους
     κλητική τόννε τόννοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ουσιαστικό επεξεργασία

τόννος αρσενικό

  • → δείτε τη λέξη τόνος (σημασία: ψάρι)

Δείτε επίσης επεξεργασία