Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τσίμπησε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
τσίμπησε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
τσιμπώ
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
τσιμπώ