τριακονταπλούς
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- τριακονταπλούς < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
τριακονταπλούς, -ή, -ούν
- τριάντα φορές μεγαλύτερος
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
τριακονταπλούς
|
τριακονταπλούς, -ή, -ούν
|