Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τρατάρω < μεσαιωνική ελληνική τρατάρω < ιταλική trattare < λατινική tractare < tracto

  Ρήμα επεξεργασία

τρατάρω

  • κερνάω (ειδικότερα για γλυκό ή ποτό)

  Μεταφράσεις επεξεργασία