τρέχω και δε φτάνω
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- τρέχω και δε φτάνω < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση επεξεργασία
τρέχω και δε φτάνω
- δεν καταφέρνω, δεν προλαβαίνω να κάνω όλες τις δουλειές που έχω ή να καλύψω όλες τις ανάγκες μου παρόλο που προσπαθώ όσο πιο έντονα γίνεται
- είμαι πάρα πολύ απασχολημένος, έχω πάρα πολλές δουλειές να κάνω και δεν έχω ελεύθερο χρόνο
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
τρέχω και δε φτάνω
|