Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τιμοκατάλογος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
τιμοκατάλογ
ος
οι
τιμοκατάλογ
οι
γενική
του
τιμοκαταλόγ
ου
&
τιμοκατάλογ
ου
των
τιμοκαταλόγ
ων
αιτιατική
τον
τιμοκατάλογ
ο
τους
τιμοκαταλόγ
ους
&
τιμοκατάλογ
ους
κλητική
τιμοκατάλογ
ε
τιμοκατάλογ
οι
Κατηγορία
όπως «
δάσκαλος
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
τιμοκατάλογος
<
τιμ(ή)
+
-ο-
+
κατάλογος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
τιμοκατάλογος
αρσενικό
ο κατάλογος των τιμών, της
αξίας
των
εμπορευμάτων
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τιμοκατάλογος
γαλλικά
:
tarifs
(fr)
,
carte (restaurant)
(fr)