τετράξυλο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
τετράξυλο ουδέτερο,
- το ξύλινο τετράπλευρο πλαίσιο των παραθύρων, πατζουριών κ.λπ.
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
τετράξυλο
|
τετράξυλο ουδέτερο,
|