Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

τα φέρνω γύρα < λείπει η ετυμολογία

  Έκφραση επεξεργασία

τα φέρνω γύρα

  1. τα καταφέρνω, τα βολεύω, τα κουμαντάρω
    • με τα οικονομικά
    • με κάποια κατάσταση
  2. υπεκφεύγω, αποφεύγω να εκφραστώ ευθέως, τα γυροφέρνω

Σημειώσεις επεξεργασία

  • η έννοια του υπεκφεύγω σχεδόν ποτέ δεν χρησιμοποιείται σε πρώτο πρόσωπο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία