Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ταξίμι τα ταξίμια
      γενική του ταξιμιού των ταξιμιών
    αιτιατική το ταξίμι τα ταξίμια
     κλητική ταξίμι ταξίμια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ταξίμι < (άμεσο δάνειο) τουρκική taksim < αραβική تقسيم (taksīm, διαίρεση)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ταξίμι ουδέτερο

  • (στη λαϊκή μουσική) αυτοσχεδιασμός ενός μουσικού κομματιού σε όποια φάση του

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία