Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ταινιόω < ταινία < τείνω

  Ρήμα επεξεργασία

ταινιόω - ταινιῶ (συνηρημένο)

  1. δένω ταινία, περνώ ταινία
  2. στεφανώνω (με ταινία)

Συνώνυμα επεξεργασία

Σύνθετα επεξεργασία

Σημειώσεις επεξεργασία

  • το ρήμα ταινιόω δεν απαντάται σ΄ όλους τους χρόνους, συναντάται στον Θουκυδίδη (4, 121)