Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συννέφιασε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
συννέφιασε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
συννεφιάζω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
συννεφιάζω