Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
στοματικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
στοματικ
ός
η
στοματικ
ή
το
στοματικ
ό
γενική
του
στοματικ
ού
της
στοματικ
ής
του
στοματικ
ού
αιτιατική
τον
στοματικ
ό
τη
στοματικ
ή
το
στοματικ
ό
κλητική
στοματικ
έ
στοματικ
ή
στοματικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
στοματικ
οί
οι
στοματικ
ές
τα
στοματικ
ά
γενική
των
στοματικ
ών
των
στοματικ
ών
των
στοματικ
ών
αιτιατική
τους
στοματικ
ούς
τις
στοματικ
ές
τα
στοματικ
ά
κλητική
στοματικ
οί
στοματικ
ές
στοματικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
στοματικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
στοματικός
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
στοματικός
γαλλικά
:
buccal
(fr)
,
oral
(fr)