Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το στενορρύμι τα στενορρύμια
      γενική
    αιτιατική το στενορρύμι τα στενορρύμια
     κλητική στενορρύμι στενορρύμια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

στενορρύμι < στενορύμι χωρίς απλοποίηση του ⟨ρρ

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ste.noˈɾi.mi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: στε‐νορ‐ρύ‐μη

  Ουσιαστικό επεξεργασία

στενορρύμι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία