σπερματαγωγά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
σπερματαγωγά < σπερματαγωγός
Επίρρημα επεξεργασία
σπερματαγωγά
Μεταφράσεις επεξεργασία
σπερματαγωγά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
σπερματαγωγά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του σπερματαγωγό