Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σλιπάκι τα σλιπάκια
      γενική
    αιτιατική το σλιπάκι τα σλιπάκια
     κλητική σλιπάκι σλιπάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

σλιπάκι < υποκοριστικό του σλιπ

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σλιπάκι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε σλιπ