σαξοφωνίστρια
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- σαξοφωνίστρια< σαξοφωνίστας + -τρια
Ουσιαστικό επεξεργασία
σαξοφωνίστρια θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε σαξοφωνίστας
σαξοφωνίστρια