Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ρουκέλα < (άμεσο δάνειο) ιταλική rocella

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ρουκέλα θηλυκό

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Λάζαρης, Χριστόφορος Γ. (1970). Τα λευκαδίτικα. Ετυμολογικόν και ερμηνευτικόν λεξιλόγιον των γλωσσικών ιδιωμάτων της νήσου Λευκάδος, Ιωάννινα: Εκτύπωσις Ευριπίδη Κ. Θέμελη.