πτωμαΐνη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πτωμαΐνη < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτωμαΐνη θηλυκό
- → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί) Μια αμίνη, CH3CH2NH2, η οποία σχηματίζεται από την αποσύνθεση ορισμένων πρωτεϊνών.
Μεταφράσεις επεξεργασία
πτωμαΐνη
|