Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πρίμα βίστα < ιταλική prima vista, πρώτη όψη (εννοείται: ανάγνωση)

  Έκφραση επεξεργασία

πρίμα βίστα

  • παίζω (ένα κομμάτι) πρίμα βίστα - λέγεται για έναν μουσικό που βλέπει μια παρτιτούρα για πρώτη φορά και την εκτελεί σωστά

  Μεταφράσεις επεξεργασία