Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πούζα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
πούζα
<
ιταλικά
buzzo
(κοιλιά)
•
Η
Ετυμολογία
χρειάζεται
ανάπτυξη με τεκμηρίωση
. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πούζα
θηλυκό
(
κυπριακά
) η
κήλη
(
κυπριακά
) η
κοιλιά
Συγγενικά
επεξεργασία
ο
πούζης
πουζιάζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πούζα
→
δείτε
τις λέξεις
κήλη
και
κοιλιά