Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πουλοβεράκι τα πουλοβεράκια
      γενική
    αιτιατική το πουλοβεράκι τα πουλοβεράκια
     κλητική πουλοβεράκι πουλοβεράκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

πουλοβεράκι < υποκοριστικό του πουλόβερ

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πουλοβεράκι ουδέτερο

  • μικρό ή ελαφρύ ή ψιλό πουλόβερ

  Μεταφράσεις επεξεργασία