πολυνομοσχέδιο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πολυνομοσχέδιο < πολυ- + νομοσχέδιο
Ουσιαστικό επεξεργασία
πολυνομοσχέδιο ουδέτερο
- (νομικός όρος) νομοσχέδιο που περιλαμβάνει θέματα αρμοδιότητας περισσότερων του ενός υπουργείων
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
πολυνομοσχέδιο