Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πληγώνομαι < παθητική φωνή του ρήματος πληγώνω

  Ρήμα επεξεργασία

πληγώνομαι

→ δείτε τη λέξη πληγώνω