Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πεταλίδες < πληθυντικός αριθμός του πεταλίδα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πεταλίδες θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία