περνοδιαβαίνω
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- περνοδιαβαίνω < μεσαιωνική ελληνική περνοδιαβαίνω[1] < περνώ (< αρχαία ελληνική περῶ) + αρχαία ελληνική διαβαίνω < διά + βαίνω
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /per.no.ðʝaˈve.no/ & /per.no.ði.aˈve.no/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : περ‐νο‐δια‐βαί‐νω ή περ‐νο‐δι‐α‐βαί‐νω
Ρήμα επεξεργασία
περνοδιαβαίνω
Μεταφράσεις επεξεργασία
περνοδιαβαίνω
|
Πηγές επεξεργασία
- περνοδιαβαίνω - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- περνοδιαβαίνω - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
- ↑ περνοδιαβαίνω - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)