Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το περιστατικό τα περιστατικά
      γενική του περιστατικού των περιστατικών
    αιτιατική το περιστατικό τα περιστατικά
     κλητική περιστατικό περιστατικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

περιστατικό < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

περιστατικό ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

περιστατικό